Το Συρράκο είναι ιστορικό αρχοντοχώρι της Ηπείρου. Βρίσκεται 52 χλμ. νοτιοανατολικά των Ιωαννίνων, στο όρος Περιστέρι, σε υψόμετρο 1200μ.
Δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς χτίστηκε το χωριό. Το πιο πιθανό είναι ότι ο πρώτος οικισμός δημιουργήθηκε τον 15ο αιώνα.
Γύρω στο 1480 το Συρράκο μαζί με τα υπόλοιπα ορεινά χωριά της περιοχής υποτάχτηκε στους Τούρκους, αφού όμως πρώτα εξασφάλισε μια προνομιακή φορολογική μεταχείριση και ένα είδος αυτονομίας. Το προνομιακό αυτό καθεστώς οδήγησε σταδιακά το χωριό στην ανάπτυξη και την ευημερία.
Πολλοί κάτοικοι των πεδινών κυρίως περιοχών, για να αποφύγουν τις αυθαιρεσίες και καταπιέσεις των Τούρκων, άρχισαν να καταφεύγουν στο ορεινό και δυσπρόσιτο Συρράκο. Έτσι στα τέλη του 18ου αιώνα ο πληθυσμός του έφτασε τους 4000 κατοίκους.
Τα δεκάδες χιλιάδες πρόβατα που έβοσκαν στις πλαγιές της Πίνδου αποτελούσαν αρχικά τη βάση της οικονομίας του χωριού. Στα κτηνοτροφικά προϊόντα στηρίχτηκε αργότερα η βιοτεχνία μάλλινων υφασμάτων και το εμπόριο.
Από το 1750 και μετά οι Συρρακιώτες έμποροι κατέκλυσαν τις αγορές της Ευρώπης και δημιούργησαν ένα ευρύ εμπορικό δίκτυο, που απλωνόταν από την Ισπανία μέχρι τη Ρωσία. Η προφορική παράδοση διασώζει ότι ο Μέγας Ναπολέων εφοδίασε το στρατό του με συρρακιώτικες κάπες, πριν την εκστρατεία στη Ρωσία.
Οι ευρωπαίοι περιηγητές της Ηπείρου Ληκ και Πουκεβίλ στις αρχές του 19ου αιώνα έμειναν έκπληκτοι, γιατί οι Συρρακιώτες και Καλαρρυτινοί έμποροι μιλούσαν πολλές ξένες γλώσσες και είχαν στα σπίτια τους γαλλικές και ιταλικές εφημερίδες.
Παρά την οικονομική και πνευματική ανάπτυξη, το Συρράκο δε σταμάτησε ποτέ τους αγώνες για την ελευθερία.
Στην επανάσταση του 1821 το Συρράκο και οι κοντινοί Καλαρρύτες ήταν από τις λίγες περιοχές της Ηπείρου που τόλμησαν να ξεσηκωθούν κατά των Τούρκων. Η επανάσταση όμως απέτυχε και οι δύο πλούσιες κωμοπόλεις, αφού λεηλατήθηκαν, πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν ολοκληρωτικά.
Οι κάτοικοι διασκορπίστηκαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Σε λίγα χρόνια όμως αρκετοί γύρισαν και ξανάχτισαν τα καμένα σπίτια τους. Τα δίκτυα παραγωγής και εμπορίας των προϊόντων σιγά-σιγά αποκαταστάθηκαν και το χωριό μπήκε πάλι σε τροχιά ανάπτυξης. Έτσι, στα τέλη του 19ου αιώνα ο πληθυσμός της κωμόπολης, παρά τις αυθαιρεσίες και τις καταπιέσεις των Τούρκων, έφτασε τους 3500 κατοίκους.
Στις 23 Νοεμβρίου του 1912 το Συρράκο απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Δύο νέοι εχθροί όμως εμφανίστηκαν απειλητικά στον ορίζοντα και έδωσαν φονικά χτυπήματα στην οικονομία του.
Η βιομηχανική επανάσταση στο εξωτερικό και οι απαλλοτριώσεις στην Ελλάδα. Με τη βιομηχανική παραγωγή ήδη από το 19ο αιώνα στις αγορές της Ευρώπης ο μουσαμάς και τα αδιάβροχα αντικατέστησαν τις περίφημες μάλλινες συρρακιώτικες κάπες. Η βιοτεχνία γνωρίζει μεγάλη κρίση και οι έμποροι εγκαταλείπουν το Συρράκο. Πολλοί από αυτούς εγκαθίστανται μόνιμα σε πεδινές περιοχές και κυρίως στην Πρέβεζα, που με το λιμάνι της ήταν τότε το σημαντικότερο εισαγωγικό και εξαγωγικό κέντρο της Ηπείρου.
Το βλάχικο εμποροβιοτεχνικό δαιμόνιο που γεννήθηκε στα ορεινά αξιοποιήθηκε κατά τον καλύτερο τρόπο στα πεδινά. Οι Συρρακιώτες έμποροι κατοικούσαν στην κεντρική αγορά και την παραλία της Πρέβεζας και είχαν στα χέρια τους το τυρεμπόριο της περιοχής, ένα μεγάλο μέρος του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου του λιμανιού καθώς και χάνια, ελαιοτριβεία και σαπουναριά.
Πετυχημένοι έμποροι που δημιούργησαν μεγάλες περιουσίες, αλλά που ποτέ δεν ξέχασαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους, το Συρράκο.
Μετά την παρακμή του εμπορίου του Συρράκου ακολουθεί μεγάλη κρίση και στον τομέα της κτηνοτροφίας. Με τις απαλλοτριώσεις των μεγάλων κτημάτων γύρω στα 1924-1925 για την αποκατάσταση των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής τα παλιά χειμωνιάτικα βοσκοτόπια περιορίστηκαν σημαντικά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αναγκαστική μετακίνηση των κτηνοτρόφων στα Γιάννινα, στον κάμπο της Άρτας , στο Άκτιο και στον Ελαιώνα της Πρέβεζας. Πολλοί από αυτούς τότε λόγω ελλείψεως βοσκοτόπων αναγκάστηκαν να πουλήσουν τα πρόβατα και να εργαστούν ως τυροκόμοι, πλανόδιοι μικροπωλητές, αγωγιάτες, εργάτες, καραγωγείς και αργότερα στην Πρέβεζα ως τοματοκαλλιεργητές.
Έτσι το Συρράκο σταδιακά, ιδίως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ερημώθηκε και κατάντησε φάντασμα του ενδόξου παρελθόντος.
Τις τελευταίες δεκαετίες όμως άρχισε μια περίοδος ανοικοδόμησης του χωριού. Η αγάπη των Συρρακιωτών για την πατρογονική τους εστία είχε σαν αποτέλεσμα την κατασκευή 100 περίπου νέων σπιτιών και την επισκευή πολλών άλλων.
Οι προοπτικές βέβαια σήμερα για επιστροφή των κατοίκων και μόνιμη κατοίκηση στο χωριό δεν είναι ευοίωνες. Οι Συρρακιώτες έχουν ριζώσει και έχουν προκόψει στους τόπους διασποράς τους.
Το Συρράκο όμως με την εκπληκτική αρχιτεκτονική του, τις θαυμάσιες φυσικές ομορφιές του, τους ξενώνες, τα δύο λαογραφικά μουσεία και τη βελτίωση του οδικού δικτύου μπορεί να αξιοποιηθεί τουριστικά με σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον ώστε να επανακτήσει ένα μέρος της αίγλης και της ακμής του παρελθόντος.
Πηγή: «Συρράκο ένα ταξίδι στην παράδοση» του ΙΩΣΗΦ Ε. ΖΙΩΓΑ